«Aν παραπλεύσεις τον Μαλέα, ξέχνα τους δικούς σου», έγραφε ο Στράβωνας, αναφερόμενος στο πιο θρυλικό, ίσως, ακρωτήρι της Ελλάδας που ορθώνεται θεόρατο και τρομακτικό (με γκρεμούς ύψους 600 μέτρων) ακόμα και σήμερα για τους ναυτικούς ανάμεσα σε τρία πελάγη το Αιγαίο, το Κρητικό και το Μυρτώο.
Και ήταν τέτοιος ο φόβος που, διαχρονικά ενέπνεε στους ναυτικούς το Ακρωτήριο Μαλέας, που οι πρώτες αναφορές σε αυτόν τις βρίσκουμε στην ομηρική Οδύσσεια (ι 80-81) όπου ο Οδυσσέας αναφέρει πως όταν προσπάθησε να περάσει τον Μαλέα, επιστρέφοντας από την Τροία στην Ιθάκη, η δύναμη του βοριά και του ρεύματος τον έβγαλε εκτός πορείας προς τα Κύθηρα.
Ο καβο – Μαλιάς, ο οποίος ανήκει διοικητικά στο Δήμο Μονεμβασιάς, είχε από την αρχαιότητα έως σήμερα κομβική (και συμβολική) σημασία για το εμπόριο, αφού εδώ άλλαζαν πορεία τα πλοία που κατευθύνονταν από τη Δυτική Μεσόγειο προς Πειραιά, Θεσσαλονίκη, Δαρδανέλια, Τουρκία, Βουλγαρία, Ρουμανία, Ρωσία, Γεωργία, Αρμενία (και το αντίθετο).
Ο περίπλους του Καβομαλιά ήταν ανέκαθεν μια «επικίνδυνη αποστολή» για τους ναυτικούς για αυτό και ένα από τα πολλά ονόματα του είναι «Ξυλοχάφτης» λόγω των πολλών πλοίων που «κατάπινε» η περιοχή, λόγω των πολύ ισχυρών ανέμων και ρευμάτων που υπήρχαν ανέκαθεν στην περιοχή.
Από πολύ νωρίς οι ναυτικοί προσπάθησαν να «εξευμενίσουν» τα στοιχεία της φύσης που επικρατούσαν εδώ με την θεϊκή «παρουσία» στην περιοχή.
Όπως αναφέρει ο Παυσανίας στη περιοχή του «ανεμόπληκτου» ακρωτηρίου υπήρχαν δύο αρχαία ιερά, δυτικά (προς τον Λακωνικό Κόλπο) εκείνο προς τιμή του Ποσειδώνα και ανατολικά (προς το Μυρτώο Πέλαγος), εκείνο του Απόλλωνα.
Η παρέμβαση, ωστόσο, που βοήθησε περισσότερο τους ναυτικούς ήταν η κατασκευή ενός φάρου που αποτέλεσε σημάδι προσανατολισμού και φως ελπίδας για τους περιπλέοντες το «φονικό» ακρωτήρι αν και αυτό δεν ήταν πάντοτε αρκετό.
Ο πέτρινος φάρος
Το 1860 χτίστηκε στην περιοχή ένας πέτρινος Φάρος που λειτούργησε από το 1883.
Έχει ύψος 15 μέτρων (40 πάνω από την θάλασσα) και φαίνεται από απόσταση 40 μιλίων.
Ήταν ένας από τους σημαντικότερους φάρους της Ελλάδας και το 2006 χαρακτηρίστηκε διατηρητέο μνημείο.
Το 2010 το Ίδρυμα Αικατερίνης Λασκαρίδη σε συνεργασία με το Πολεμικό Ναυτικό και την Υπηρεσία Φάρων αναστήλωσαν το μνημείο που αποτελεί σήμερα ένα κόσμημα που διατηρεί την αίγλη του παρελθόντος και αποτελεί σημείο αναφοράς όχι μόνο για τους ναυτικούς αλλά και για την περιοχή συνολικά.