Την 1η Μαΐου του 1909 γεννιέται μια από τις σπουδαιότερες προσωπικότητες της Μονεμβασιάς και ολόκληρης της χώρας, ο κορυφαίος και διεθνούς φήμης Έλληνας ποιητής, Γιάννης Ρίτσος.
Ο Γιάννης Ρίτσος με τις περισσότερες από 100 ποιητικές συλλογές και συνθέσεις, με τα 9 μυθιστορήματα, με τα 4 θεατρικά έργα και μελέτες, έκανε τα πρώτα του βήματα και πέρασε τα πιο ανέμελα χρόνια της παιδικής του ηλικίας στην Καστροπολιτεία της Μονεμβασιάς.
Αρχικά η οικογένεια του έμενε σε ένα σπίτι απέναντι από την εκκλησία της Παναγίας της Χρυσαφίτισσας αλλά με τη γέννηση του, μετακόμισε στο σπίτι που βρίσκεται περίπου 150 μέτρα από την κεντρική πύλη της Καστροπολιτείας, δίπλα στα τείχη. Σήμερα έξω από το σπίτι, το οποίο είναι κλειστό για το ευρύ κοινό, δεσπόζει η προτομή του μεγάλου Έλληνα ποιητή, η οποία αγναντεύει την αγριάδα του επιβλητικού βράχου και τη γαλήνη του απέραντου γαλάζιου. Το σπίτι αυτό ήταν πολύ μεγάλο για τα δεδομένα της εποχής και για αυτό άλλωστε το έλεγαν, όπως έχει γράψει η αδελφή του Γ. Ρίτσου, Λούλα, «το Χάνι της Γραβιάς».
Η περιγραφή της είναι χαρακτηριστική: «Είχε πολλά δωμάτια στο πάνω πάτωμα, κάπου δεκαπέντε. Άλλα τόσα δωμάτια υπήρχαν στο ισόγειο, αλλά πολύ στενά, σαν κλουβιά. Εκεί, στο ισόγειο και στα υπόγεια, βρίσκονταν οι αποθήκες με τα βαρέλια του κρασιού, τα ασκιά το λάδι, το στάρι και το τυρί όλης της χρονιάς. Το σπίτι είχε τρία μπαλκόνια προς τη θάλασσα, γλάστρες και λουλούδια, που μοσχοβολούσε ο τόπος. Από το μεσαίο μπαλκόνι, το μεγαλύτερο, αντίκριζες όλο το πέλαγος και κυμάτιζε η σημαία μας στις εθνικές εορτές. Στα μπροστινά δωμάτια ήταν οι κρεβατοκάμαρες και το μεγάλο σαλόνι. Με τις βαριές του κουρτίνες, τις ανθοστήλες, τους πίνακες, τα κηροπήγια, με το μεγάλο τραπέζι και το πιάνο της μανούλας στην άκρη. Στην αυλή μας, στην πίσω μεριά, υπήρχε ο φούρνος, η στέρνα για το βρόχινο νερό, το πλυσταριό κι ένας στάβλος για τ’ άλογα». Εκεί ο Γιάννης Ρίτσος έμαθε τα πρώτα του γράμματα, εκεί δοκίμασε σε ηλικία 8 ετών να γράψει τους πρώτους του στίχους, εκεί πέρασε την πιο ευτυχισμένη περίοδο της ζωής του, όπως αναφέρουν οι βιογράφοι του.
Σύντομα όμως η περίοδος της ανεμελιάς θα τελειώσει. Σε ηλικία 8 ετών θα δει την οικογένεια να καταστρέφεται οικονομικά ενώ τέσσερα χρόνια αργότερα θα χάσει από φυματίωση τη μητέρα του Ελευθερία και τον αδελφό του Δημήτρη. Σε ηλικία 16 ετών (τον Σεπτέμβριο του 1925) ο Ρίτσος φεύγει για την Αθήνα με την αδελφή του Λούλα, αλλά δεν θα μείνει για πολύ. Θα επιστρέψει στη Μονεμβασιά όταν τον «βρει» και αυτόν για πρώτη φορά η φυματίωση. Ο επαναπατρισμός του θα είναι σύντομος. Θα φύγει από τη Μονεμβασιά με τις ποιητικές συλλογές «Στο Παλιό μας Σπίτι» και «Δάκρυα και Χαμόγελα» και θα αργήσει να επιστρέψει στη γενέθλια γη. Έκτοτε η ποίηση και η φυματίωση θα συνοδεύουν το Ρίτσο, όπως και το Κομουνιστικό Κόμμα, του οποίου ο Ρίτσος έγινε μέλος το 1934, χρόνια που είδε την πρώτη του ποιητική συλλογή με τίτλο «Τρακτέρ» να εκδίδεται.
Ο ποιητής του «Επιτάφιου» και της «Ρωμιοσύνης θα ζήσει μεγάλο μέρος της ζωής του σε σανατόρια, σε άσυλα φυματικών, σε μια σειρά από τόπους εξορίας – από τη Λήμνο και τη Μακρόνησο μέχρι τον Άη Στράτη, τη Γυάρο, τη Λέρο και τη Σάμο –, θα χειρουργηθεί για καρκίνο, θα δει τα αγαπημένα του πρόσωπα του να «φεύγουν». Αλλά θα μένει πιστός στην ποίηση, στις ιδέες του και στους αγώνες του. Στη Μονεμβασιά θα επιστρέψει πλέον στα τέλη της δεκαετίας του ’70, όπου και θα γράψει τα πρώτα ποιήματα της συλλογής «Μονοβασιά» (1976). Είναι η περίοδος των διακρίσεων, η περίοδος που αναγνωρίζεται παγκοσμίως το έργο του, είναι τα χρόνια των βραβεύσεων. Ο Ρίτσος έλαβε το 1977 το Βραβείο Λένιν για την Ειρήνη και την Φιλία των Λαών, ενώ αν και είχε προταθεί για το Νόμπελ Λογοτεχνίας, δεν το έλαβε ποτέ. Ο Ρίτσος επέστρεψε πλέον οριστικά στη γενέτειρα του, στο «Πέτρινο Καράβι» όπως την αποκάλεσε, με το θάνατο του στις 11 Νοεμβρίου του 1990.
Πέρα από το σπίτι και την «τελευταία κατοικία» του Γιάννη Ρίτσου στη Μονεμβασιά, μνήμες από τη ζωή του μεγάλου Έλληνα ποιητή μπορεί να εντοπίσει κανείς και στο Λιοτρίβι, στο αρχοντικό στις Βελιές, το οποίο αποτέλεσε για δεκαετίες και έως το 1930 το εξοχικό σπίτι της οικογένειας Ρίτσου. Είναι το σπίτι όπου ο μεγάλος Έλληνας ποιητής πέρασε μαζί με τα αδέλφια του πολλά καλοκαίρια της παιδικής του ηλικίας, στα οποία αναφέρθηκε σε πολλά γραπτά του.
«Στις Βελιές, που περνούσαμε τον περισσότερο καιρό του καλοκαιριού, τα περιβόλια ήταν γεμάτα καρπούς. Παίρναμε τα καλάθια στο χέρι να μαζέψουμε φρούτα, σταφύλια, καρύδια και αμύγδαλα. Κοντά στο σπίτι μας υπήρχε μια μεγάλη βρύση, πηγή με τρεχούμενο νερό. Εκεί πηγαίναμε να δούμε τις γυναίκες να πλένουν και να λευκαίνουν και τους άντρες να ποτίζουν τα ζωντανά τους. Το νερό συνέχιζε να τρέχει κάτω από τα πλατάνια, τις λεύκες και τις καλαμιές, και να ποτίζει με τα αυλάκια του τα χτήματα των Ρίτσων. Εδώ κυνηγούσαμε βατράχια, τσαλαβουτούσαμε και ξαπλώναμε κάτω από τις σκιές στις ψάθες, που φέρναμε από το σπίτι. Την εποχή του τρύγου τρέχαμε στ’ αμπέλια ανάμεσα στους εργάτες και τις εργάτριες και ξεχνιόμαστε στα πατητήρια. Τα λιακωτά γέμιζαν μαύρη σταφίδα που ξεραινόταν στον ήλιο και στα βαρέλια ακούγαμε να σιγοβράζει ο μούστος. Το γλυκόπιοτο κρασί της Μονεβάσιας και όλης της γύρω περιοχής είναι ονομαστό. Όταν είχε κυνήγι, οι θείοι και ο πατέρας έφευγαν με τους υπηρέτες και τα σκυλιά και οι γυναίκες έκαναν κάποια επίσκεψη σε συγγενείς και κουμπάρους» είχε γράψει ο Ρίτσος.
Το 1926 το ιστορικό Αρχοντικό, το οποίο είχε κτιστεί τον 18ο αιώνα και είχε αποτελέσει τόπο φιλοξενίας αξιωματούχων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας πριν περάσει στην οικογένεια Ρίτσου, μετατράπηκε σε λιοτρίβι, πρότυπο για την εποχή του, το οποίο παρήγαγε άριστης ποιότητας αγνό παρθένο ελαιόλαδο. Ως λιοτρίβι λειτούργησε ως το 1960 ενώ αναπαλαιώθηκε σχεδόν πρόσφατα την περίοδο 2004-2008. Σήμερα το Λιοτρίβι είναι ένας εξαιρετικά ενδιαφέρον μουσειακός χώρος, με ένα ιδιαίτερης ομορφιάς ξενοδοχείο. Ο επισκέπτης μπορεί να ξεναγηθεί στο παλιό λιοτρίβι, να δει τα μηχανήματα και να μάθει τους παραδοσιακούς τρόπους παρασκευής του ελαιόλαδου, να διαβάσει έργα του Ρίτσου στον χώρο ποίησης, να γευθεί μια σειρά από παραδοσιακά προϊόντα και τοπικά κρασιά.
Ίχνη όμως του Γιάννη Ρίτσου ο επισκέπτης θα συναντήσει στο διάβα του και στην πανέμορφη, ανακαινισμένη πλατεία της Χρυσαφίτισσας, όπου με φόντο τον βράχο και τη θάλασσα, θα διαβάζει στίχους του μεγάλου Έλληνα ποιητή σε ένα τοπίο που θυμίζει έντονα θεατρική σκηνή.