Στην κορυφή του βράχου της Μονεμβασιάς, στο λεγόμενο Γουλά, κρύβεται ένα διαμάντι γνώριμο σε πολλούς αλλά πραγματικά γνωστό σε λίγους. Ανηφορίζοντας στις “βόλτες”, τον ελικοειδή οχυρωμένο δρόμο που ξεκινά στη ρίζα του βράχου, φτάνει κανείς σε μια επιβλητική πύλη, που αποτελεί την είσοδο για την Άνω Πόλη. Άλλοτε κέντρο της διοίκησης της πόλης και τόπος κατοικίας αριστοκρατικών οικογενειών, η Άνω Πόλη στέκει εδώ και αιώνες ερειπωμένη ατενίζοντας από ψηλά το Μυρτώο πέλαγος. Και ισορροπώντας στην άκρη του γκρεμού, η εκκλησία της Αγίας Σοφίας, κτισμένη το 12ο αιώνα, να θυμίζει την αίγλη της άλλοτε ευημερούσας καστροπολιτείας.
Η Άνω Πόλη συνυπάρχει με τον ενεργό οικισμό της Κάτω Πόλης, ενώ τα κτήρια της καλύπτουν όλες τις περιόδους ζωής της Μονεμβασίας, από τον 6ο έως τον 18ο αιώνα, συνιστώντας μια ολοκληρωμένη πόλη – κάστρο. Προστατεύεται ως αρχαιολογικός χώρος και ιστορικό διατηρητέο μνημείο, ως τόπος ιδιαίτερου φυσικού κάλλους και προέχον βυζαντινό μνημείο.
Η πρόωρη εγκατάλειψή της, ωστόσο, ήδη από την περίοδο της πρώτης Ενετοκρατίας, προκάλεσε τη σταδιακή καταστροφή των περισσότερων κτισμάτων της Άνω Πόλης. Μόνο η ύπαρξη φρουράς στο κάστρο και η χρήση από αυτήν ορισμένων κτηρίων μέχρι τους νεώτερους χρόνους βοήθησε στη διατήρησή τους σε αρκετά καλή κατάσταση. Ο Εβλιγιά Τσελεμπή, Τούρκος περιηγητής που επισκέφθηκε την Μονεμβασιά όταν η Άνω Πόλη είχε ήδη εγκαταλειφθεί από τους περισσότερους κατοίκους της, την περιγράφει γλαφυρά ως μια πόλη με “σπίτια άσπρα σαν κύκνους, πλούσια και κομψά ακόμα και για ένα βασιλιά”. Αναφέρεται στην ύπαρξη φρουράς και στο συγκρότημα της πύλης, που αποτελούσε “ένα είδος λέσχης για την φρουρά…όπου όλοι σταματούσαν για να ξεκουραστούν”.
Τον 20ο αιώνα η Άνω Πόλη, εντελώς ερειπωμένη πια, δεν διαδραματίζει σημαίνοντα ρόλο στη ζωή της καστροπολιτείας. Μόνο οι φυλακές συνέχισαν να λειτουργούν μέχρι τις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα. Με την πάροδο του χρόνου τα περισσότερα ερειπωμένα κτήρια μετατράπηκαν σε σωρούς από πέτρες, με τη βλάστηση να τα καλύπτει, δίνοντας μεν μια γοητεία, στερώντας όμως στον επισκέπτη τη δυνατότητα να αντιληφθεί πλήρως το χώρο στον οποίο βρίσκεται. Η ανησυχία των κατοίκων για την κατάσταση οδήγησε στην πρώτη οργανωμένη επέμβαση στην Άνω Πόλη το 1958, τη συντήρηση και αναστήλωση του λαμπρού ναού της Αγίας Σοφίας, για την οποία δαπανήθηκε τότε το ποσό των 15.000.000 δραχμών. Έκτοτε δεν πραγματοποιήθηκαν άλλες εργασίες στην κορυφή του βράχου.
Σήμερα ωστόσο, η Άνω Πόλη αρχίζει να παίρνει καινούρια μορφή, αποκαλύπτοντας τα καλά κρυμμένα μυστικά της. Η πόλη – κάστρο ξαναζωντανεύει. Το έργο της ανάδειξης και αποκατάστασης της Άνω Πόλης, που εκτελείται υπό την επίβλεψη της Εφορείας Αρχαιοτήτων Λακωνίας, καλύπτει την περιοχή από την πύλη έως το Ναό της Αγίας Σοφίας, σκοπεύοντας να φέρει στο φως την πιο κεντρική και πυκνοκατοικημένη γειτονιά της Άνω Πόλης. Οι ανασκαφές, που για πρώτη φορά πραγματοποιούνται στο σημείο αυτό, αποκαλύπτουν το παλιό λιθόστρωτο δρόμο που οδηγούσε από την πύλη στο Ναό της Αγίας Σοφίας, την εποχή που η Άνω Πόλη έσφυζε από ζωή. Στην πορεία αυτής της διαδρομής, οικίες και άλλα κτίσματα έρχονται στην επιφάνεια για πρώτη φορά και οι εργασίες στερέωσής τους εξασφαλίζουν τη μελλοντική τους διάσωση.Τα αντικείμενα καθημερινής χρήσης και όχι μόνο, που φέρνει στο φως η αρχαιολογική σκαπάνη, πλουτίζουν τις γνώσεις των ειδικών σχετικά με αυτόν το σημαντικό αλλά πλημμελώς διερευνημένο χώρο.Ταυτόχρονα, γίνονται εργασίες συντήρησης και αποκατάστασης και στο ναό της Αγίας Σοφίας, που αποτελεί το σημαντικότερο πόλο έλξης για τους Έλληνες και ξένους επισκέπτες.
Η ‘Ανω Πόλη παραμένει κλειστή για το κοινό μέχρι την ολοκλήρωση των εργασιών. Σύντομα όμως θα είναι πάλι προσβάσιμη στους επισκέπτες, δίνοντας τους για πρώτη φορά την ευκαιρία να γνωρίσουν μια πόλη που για αιώνες βρισκόταν θαμμένη στα χαλάσματα.